Παχυσαρκία – Τροποποίηση Διατροφικής Συμπεριφοράς

Η παχυσαρκία κατατάσσεται σήμερα ανάμεσα στα νοσήματα με τη μεγαλύτερη συχνότητα στο σύγχρονο πληθυσμό. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας σήμερα υπάρχουν πάνω από ένα δισεκατομμύριο υπέρβαροι ενήλικες και πάνω από 300 εκατομμύρια παχύσαρκοι σε όλο τον κόσμο. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι φαίνεται ότι επιβαρύνονται με ένα σημαντικό οικονομικό και ψυχολογικό κόστος, που τους κατατάσσει στην κατηγορία των ασθενών τόσο βιολογικά, όσο και κοινωνικά και πνευματικά. Πλέον, υπάρχει μία αυξανόμενη τάση μεταξύ των ειδικών να αποδεχτούν ότι περισσότερο το περιβάλλον, παρά η φυσιολογία των ατόμων, είναι αυτό που προκαλεί αυτήν την παγκόσμια επιδημία.

 

Στις ΗΠΑ πάνω από 280000 θάνατοι ετησίως οφείλονται σε νοσήματα που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την παχυσαρκία. Πάνω από το 25% του πληθυσμού των ΗΠΑ θεωρούνται παχύσαρκοι. Από το 1960 ως το 1994 το ποσοστό των παχυσάρκων αυξήθηκε από 13.4% σε 22.3%. Στην Ευρωπαϊκή ένωση το 30.1% των ανδρών και το 35.4% των γυναικών θεωρούνται πάνω από το φυσιολογικό βάρος. Στην Ελλάδα μάλιστα τα ποσοστά είναι ιδιαίτερα αυξημένα, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι Έλληνες κατέχουν την πρώτη θέση ανάμεσα στους υπόλοιπους κατοίκους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το 35.4% των ανδρών και το 30.8% των γυναικών να είναι πάνω από το φυσιολογικό βάρος.

 

Όσον αφορά την αιτιοπαθογένεια της παχυσαρκίας, αυτή είναι πολυ-παραγοντική. Έχουν ενοχοποιηθεί αρκετοί παράγοντες ως αιτιολογικοί της παχυσαρκίας. Ανάμεσα σε αυτούς οι σημαντικότεροι είναι:

  • Γενετική προδιάθεση – Κληρονομικότητα
  • Περιβαλλοντικοί παράγοντες
  • Παθολογικοί παράγοντες
  • Ενδοκρινικοί – Ορμονικοί παράγοντες

 

Ιδιαίτερη αναφορά θα ήταν απαραίτητο να γίνει στη σημασία του περιβάλλοντος σε μία χώρα με έντονες κοινωνικές μεταβολές τα τελευταία πενήντα χρόνια, οι οποίες δικαιολογούν σε σημαντικό βαθμό τα αυξημένα ποσοστά παχυσαρκίας που εμφανίζονται σήμερα στον ελληνικό πληθυσμό. Στα πλαίσια αυτά παρατηρείται μια σημαντική στροφή του πληθυσμού προς πιο δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, μέσα στα οποία εντάσσεται και η απομάκρυνση των διατροφικών συνηθειών των Ελλήνων από παραδοσιακά πρότυπα προς πιο δυτικοευρωπαϊκά και αμερικάνικα. Οι πιθανές παράμετροι του περιβάλλοντος που μας οδηγούν στην παχυσαρκία είναι η υπερκατανάλωση ενέργειας και η μείωση της φυσικής δραστηριότητας. Η υπερκατανάλωση ενέργειας προάγεται από την ευκολία με την οποία διατίθεται μία ποικιλία εύγεστων, φθηνών και πυκνών ενεργειακά τροφών σε αρκετά μεγάλες μερίδες. Η μείωση της δαπάνης ενέργειας μέσω της φυσικής δραστηριότητας οφείλεται στην μείωση των απαιτήσεων της αγοράς εργασίας σε εργαζόμενους που αναλαμβάνουν χειρονακτικές εργασίες, στην μείωση των ευκαιριών άσκησης στην καθημερινή ζωή των ενηλίκων και των παιδιών και στην αύξηση του χρόνου που επενδύουμε σε καθιστικές δραστηριότητες, όπως η τηλεθέαση, η περιήγηση στο Διαδίκτυο και η ενασχόληση με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Στα πλαίσια αυτού του τρόπου ζωής δεν έχουμε πλέον αρκετό χρόνο να ετοιμάσουμε παραδοσιακές συνταγές του Μεσογειακού Μοντέλου Διατροφής και καταφεύγουμε στο έτοιμο και γρήγορο φαγητό. Ειδικότερα παρατηρείται σημαντική αύξηση των προσλαμβανομένων θερμίδων, ιδιαίτερα από λιπαρές τροφές, κόκκινο κρέας κ.α, με ταυτόχρονη μείωση της κατανάλωσης φρούτων, λαχανικών, οσπρίων κλπ., ενώ παράλληλα συντελείται και σημαντική μείωση της φυσική δραστηριότητας και της άσκησης του σύγχρονου Έλληνα. Όλα αυτά έχουν ως συνέπεια τη διαμόρφωση θετικού ενεργειακού ισοζυγίου (προσλαμβανόμενες θερμίδες > καταναλισκώμενες θερμίδες) με αποτέλεσμα την αύξηση του μέσου βάρους του ελληνικού πληθυσμού.

 

H αύξηση του βάρους και η παχυσαρκία συσχετίζεται με μια σειρά νοσημάτων, για τα οποία αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου. Τέτοια νοσήματα με αυξημένη συχνότητα στο σύγχρονο πληθυσμό είναι:

  • Σακχαρώδης διαβήτης
  • Καρδιαγγειακά νοσήματα (στεφανιαία νόσος, υπέρταση)
  • Οστεοαρθρίτιδα
  • Ορμονικές διαταραχές
  • Αναπνευστικά προβλήματα
  • Χολολιθιάσεις

 

Κατά συνέπεια είναι πολύ σημαντική η όχι μόνο η έγκαιρη διάγνωση της παχυσαρκίας, αλλά και η πρόληψη αυτής. Η πρόληψη της παχυσαρκίας θα αποτελέσει ένα σημαντικό μέσο μείωσης τόσο της συχνότητάς όσο και της ευρύτερης νοσηρότητας και θνησιμότητας του πληθυσμού.

Το σημαντικότερο μέσο πρόληψης αποτελεί η αλλαγή διατροφικών συνηθειών. Αλλαγή, η οποία θα περιλαμβάνει μείωση της κατανάλωσης λίπους, κόκκινου κρέατος, αλατιού, με ταυτόχρονη αύξηση της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, δημητριακών, οσπρίων, ελαιολάδου αντί ζωικών λιπών. Οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να συνοδεύονται με ελεγχόμενη και όπου απαιτείται και μειωμένη πρόσληψη θερμίδων, πάντα εξατομικευμένη και προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε οργανισμού, ενώ ταυτόχρονα απαιτείται και αύξηση του επιπέδου φυσική δραστη-ριότητας και άσκησης, προς την κατεύθυνση του συστηματικού ελέγχου του σωμα-τικού βάρους.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση των παραπάνω αλλαγών είναι η συνειδητοποίηση της σημασίας της πρόληψης της παχυσαρκίας ως πρωταρχικό μέσο αντιμετώπισης αυτής, με απώτερο στόχο την πρόληψη όλων των νοσημάτων φθοράς που σχετίζονται με αυτήν. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι σημαντική η συνεργασία με τους ειδικούς σε θέματα διατροφή και άθλησης επιστήμονες διαιτολόγους και καθηγητές φυσικής αγωγής αντίστοιχα, για την αρτιότερη και επιστημονικότερη καθοδήγηση του κοινού, πριν την εμφάνιση παθολογικών καταστάσεων, όπου πλέον είναι απαραίτητη και η καθοδήγηση από το γιατρό.

Η πρόληψη λοιπόν της παχυσαρκίας θα πρέπει να αποτελέσει βασικό μέλημα στις σύγχρονες κοινωνίες, βασιζόμενη πάντα σε δύο σημεία κλειδιά της όλης διαδικασίας:

  • Την αλλαγή διατροφικών συνηθειών
  • Την αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και άσκησης

 

Την εικόνα αυτή επιβεβαιώνουν και στον ελληνικό πληθυσμό νεώτερα στοιχεία, τα οποία επεξεργάστηκαν μέλη του Πανελληνίου Συλλόγου Διαιτολόγων – Διατροφολόγων, σε συνεργασία με τον Λέκτορα του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Δ. Παναγιωτάκο, εκ των βασικών ερευνητών της μελέτης «ΑΤΤΙΚΗ», μαζί με τους καθηγητές Στεφανάδη και Πίτσαβο. Συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο πρόβλημα παχυσαρκίας παρατηρήθηκε σε άτομα άνω των 55 ετών. Η κεντρική παχυσαρκία, δηλαδή η συσσώρευση υπερβάλλοντος λίπους στην κοιλιά, η οποία χαρακτηρίζεται ως η πλέον επικίνδυνη μορφή παχυσαρκίας, παρατηρήθηκε στο 36% των ανδρών και στο 43% των γυναικών. Οι παχύσαρκοι άνδρες και γυναίκες ήταν μεγαλύτερης ηλικίας, χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου, ακολουθούσαν καθιστική ζωή, κατανάλωναν μεγαλύτερες ποσότητες αλκοόλ και γενικότερα είχαν λιγότερο υγιεινές διατροφικές συνήθειες, ενώ οι περισσότεροι ζούσαν σε αστικές περιοχές, όπου οι ρυθμοί της ζωής και οι μειωμένες ευκαιρίες για άσκηση είναι χαρακτηριστικοί παράγοντες που οδηγούν σε παχυσαρκία.

 

Αυτή η εικόνα κινητοποίησε τους επιστήμονες διαιτολόγους σε όλη τη χώρα, οι οποίοι συγκέντρωσαν ιδιαίτερα χρήσιμα στοιχεία σχετικά με την διατροφική συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής παχύσαρκων.

ΜΕΛΕΤΗ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΔΙΑΙΤΟΛΟΓΩΝ

Όπως ήδη αναφέρθηκε, η αυξημένη πρόσληψη τροφής αποτελεί την ουσιαστικότερη αιτία της επιδημικής διάστασης της παχυσαρκίας στις μέρες μας. Παράλληλα, η λανθασμένη διατροφική συμπεριφορά του σύγχρονου ανθρώπου, έχει κεντρίσει το ερευνητικό ενδιαφέρον και έτσι πολλές μελέτες παγκοσμίως εστιάζουν στην αλλαγή της συμπεριφοράς, ως τον ακρογωνιαίο λίθο για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας. Για πρώτη φορά στη Ελλάδα, ο Πανελλήνιος Σύλλογος Διαιτολόγων (ΠΣΔ) μελέτησε τη διατροφική συμπεριφορά και μετά από την ανάλυση 403 ατόμων που επισκέφτηκαν διαιτολογικά γραφεία, επιστημόνων διαιτολόγων μελών του ΠΣΔ προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

  • Όσες περισσότερες φορές έχει επισκεφθεί κάποιος ινστιτούτα αδυνατίσματος ή έχει πάρει χάπια αδυνατίσματος τόσο μεγαλύτερη αυξομείωση βάρους έχει. Συγκεκριμένα το 73,7% των παχύσαρκων έχει επισκεφθεί τουλάχιστον 2 φορές κέντρα αδυνατίσματος, έναντι μόλις του 14,3% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος. Επίσης το 65,8% των παχύσαρκων έχει τουλάχιστον 1 φορά δοκιμάσει να αδυνατίσει με χάπια αδυνατίσματος έναντι μόλις 10,8% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος.
  • Άτομα με μεγάλο ιστορικό αυξομείωσης βάρους έχουν υψηλότερο ΒΜΙ* από άτομα με μικρότερο ιστορικό αυξομείωσης βάρους. Συγκεκριμένα το 61,5% των παχύσαρκων είναι άτομα με έντονη αυξομείωση βάρους, έναντι μόλις του 1,3% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος.
  • Άτομα που επηρεάζονται από προσφορές σε εστιατόρια έχουν υψηλότερο ΒΜΙ* από τα άτομα που δεν επηρεάζονται. Περίπου 1 στους 2 παχύσαρκους (47%) παρασύρεται από τις προσφορές στα εστιατόρια, κάτι που δεν συμβαίνει μεταξύ των ατόμων με φυσιολογικό βάρος (12,9%).
  • Άτομα που ψωνίζουν από το σουπερμαρκετ τρόφιμα που δεν χρειάζονται έχουν υψηλότερο ΒΜΙ* από τα άτομα που δεν επηρεάζονται. (48,6% των παχύσαρκων, έναντι 24,7% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος).
  • Το 75,1% των παχύσαρκων αδειάζει το πιάτο του ακόμα και αν έχει χορτάσει με μικρότερη ποσότητα, έναντι 27,1% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος.
  • Άτομα που επηρεάζονται από τη γεύση, την όσφρηση και την όψη της τροφής έχουν υψηλότερο ΒΜΙ* από τα άτομα που δεν επηρεάζονται.
  • Η διάρκεια του γεύματος σχετίζεται με την παχυσαρκία. Περίπου 1 στους 2 παχύσαρκους τελειώνει το κύριο γεύμα του σε λιγότερο από 10 λεπτά, έναντι μόλις 1 στους 5 περίπου από τα άτομα με φυσιολογικό βάρος.
  • Ο αριθμός των γευμάτων επηρεάζει το ΒΜΙ*. Συγκεκριμένα το 35,1% των παχύσαρκων τρώει μόλις 1 κύριο γεύμα την μέρα, έναντι 8,2% των ατόμων με φυσιολογικό βάρος. Στην Ελληνική περιφέρεια ο αριθμός των κυρίων γευμάτων είναι μεγαλύτερος από ότι στην Αθήνα. (2,7 κυρίως γεύματα/μέρα έναντι 1,9 γεύματα/μέρα).

 

Με γνώμονα τα παραπάνω οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, αλλά και η διατήρηση του βάρους, απαιτεί σταδιακές αλλαγές στον υπάρχοντα τρόπο ζωής, ο οποίος μας οδηγεί ή οδήγησε ήδη στην αύξηση του βάρους. Οποιαδήποτε άλλη βραχυπρόθεσμη πρακτική, η οποία υπόσχεται «εύκολη» απώλεια βάρους δεν ενδείκνυται. Συνήθως οι πρακτικές αυτές περιλαμβάνουν συστάσεις ιδιαίτερα δύσκολες στην εφαρμογή τους για μακρύ χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα το άτομο να επιστρέφει στο προηγούμενο τρόπο ζωής, ο οποίος τον έφερε στο σημείο που βρίσκεται.
Πρώτο βήμα, σε κάθε προσπάθεια ελέγχου του βάρους, πρέπει να αποτελεί η ύπαρξη ποικιλίας στο ημερήσιο διαιτολόγιο. Αυτή επιτυγχάνεται με καθημερινή χρήση τροφίμων και από τις πέντε βασικές κατηγορίες (δημητριακά, φρούτα, λαχανικά, κρέας & ψάρι και γαλακτοκομικά). Οι επιθυμητές ποσότητες ορίζονται από τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες κάθε ατόμου. Επίσης θα πρέπει :

  • Να υπάρχουν τακτικά γεύματα κατά της διάρκεια της ημέρας συμπεριλαμβάνοντας το πρωινό.
  • Τα φρούτα και τα λαχανικά να αποτελούν σημαντικό μέρος της συνολικής ημερήσιας πρόσληψης.
  • Τα δημητριακά (κατά προτίμηση τα ολικής άλεσης), όπως το ψωμί, το ρύζι, τα ζυμαρικά, τα δημητριακά πρωινού να αποτελούν το 1/3 της συνολικής ημερήσιας κατανάλωσης.
  • Το κόκκινο κρέας να καταναλώνεται έως 2 φορές εβδομαδιαίως.
  • Να αποφεύγεται η κατανάλωση τροφίμων ιδιαίτερα πλούσιων σε λίπος και ζάχαρη. Όσον αφορά τα γαλακτοκομικά, να προτιμώνται τα ημιαποβουτυρωμένα.

 

Σχετικά με το αλκοόλ, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι είναι πλούσιο σε θερμίδες (120 θερμίδες το 1 ποτήρι κρασί), ενώ όταν καταναλώνεται υπέρμετρα είναι επιβαρυντικό για την ανθρώπινη υγεία. Η σύσταση λοιπόν ορίζει την κατανάλωση 1-2 μονάδων αλκοόλ για τις γυναίκες ημερησίως, ενώ για τους άνδρες μεταβάλλεται σε 2-3 μονάδες. Μία μονάδα αποτελεί ένα μικρό ποτήρι κόκκινου ή λευκού κρασιού, 1 μεζούρα (30 ml) ποτού με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ ή 1 μικρό ποτήρι μπύρα.

 

 

Οι παραπάνω κανόνες διατροφής αφορούν το σύνολο του πληθυσμού. Στη συνέχεια ο καθένας θέτει τον εαυτό του σε υποκατηγορίες ανάλογα με την ανάγκη για απώλεια βάρους. Ο πιο απλός τρόπος για την αξιολόγηση του βάρους είναι η χρήση του Δείκτη Μάζας Σώματος. Ο Δ.Μ.Σ. ορίζεται από την σχέση

 

Δ.Μ.Σ. = Βάρος (κιλά) / Ύψος 2 (μέτρα)

 

Σε περιπτώσεις όπου το αποτέλεσμα ξεπερνά το 30, τότε η ανάγκη για απώλεια βάρους είναι επιτακτική. Ακόμα όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται η ύπαρξη κινήτρων, ώστε η προσπάθεια του ατόμου να έχει διάρκεια και να αποβεί αποτελεσματική. Χρήσιμα κίνητρα για την προσπάθεια αποτελούν η βελτίωση της αισθητικής πλευράς του ατόμου, η αύξηση της αυτό-εκτίμησης, η προαγωγή της υγείας για ένα καλύτερο αύριο, η αποδοχή από τον περίγυρο, η διευκόλυνση των καθημερινών εργασιών κ.ά. Ποιος είναι, όμως ο ενδεδειγμένος τρόπος απώλειας βάρους; Η προσήλωση σε ένα αυστηρά υποθερμιδικό πρόγραμμα, χωρίς μακροπρόθεσμα αποτελέσματα στην απώλεια βάρους; Επιπλέον, μήπως ένα τέτοιο πρόγραμμα είναι επικίνδυνο;
Είναι γνωστό ότι:

  • Η συνεχής αυξομείωση βάρους (weight cycling) μειώνει δραματικά τη μυϊκή μάζα, δηλαδή τον μεταβολικά πιο ενεργό ιστό του σώματος, με αποτέλεσμα να μειώνεται ο Βασικός Μεταβολισμός. Με άλλα λόγια το ίδιο άτομο τρώγοντας την ίδια ποσότητα τροφής αυξάνει το βάρος του. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που οι πολλές προσπάθειες αδυνατίσματος οδηγούν συχνά στην παχυσαρκία.
  • Επίσης, μια αυστηρά υποθερμιδική δίαιτα, συχνά, είναι ελλιπής σε θρεπτικά συστατικά. Έτσι αυτές οι δίαιτες οδηγούν σε αδυναμία, κόπωση, ζαλάδες, γυναικολογικά προβλήματα και νευρολογικές διαταραχές (απώλεια μνήμης, έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης κ.ά.) φαινόμενα που πολλές φορές δεν είναι αντιστρέψιμα.
  • Μελέτες δείχνουν ότι άτομα που κάνουν αυστηρά υποθερμιδικές δίαιτες έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν αργότερα διαταραχές στη λήψη τροφής και κυρίως υπερφαγικά επεισόδια.
  • Τέλος τέτοιου είδους δίαιτες από μόνες τους οδηγούν σε στερητικά σύνδρομα που συχνά καταλήγουν σε μελαγχολία, κατάθλιψη, επιτείνουν το άγχος και μειώνουν την αυτοεκτίμηση.

Θα πρέπει λοιπόν να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί για τις δίαιτες που εφαρμόζουμε. Ειδικά στην Ελλάδα που με το θέμα του αδυνατίσματος πολλοί «ειδικοί» μη διαιτολόγοι έχουν ασχοληθεί και ασχολούνται,. Δεν αρκεί μια υποθερμιδική δίαιτα για να χάσουμε σωστά τα κιλά μας, αλλά θα πρέπει με τη συμβολή του ειδικού διαιτολόγου να γίνει η διάγνωση του προβλήματος και η εφαρμογή ενός ευρύτερου προγράμματος Αλλαγής Διατροφικής Συμπεριφοράς.

 

Με την επιμέλεια του Δ.Σ. του ΕΙΔ

* (ΒΜΙ) Body Mass Index – Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ)